Ένα ακόμα από τα πιο γνωστά και πολυσυζητημένα θέματα, ιδιαίτερα όσον αφορά τις σχέσεις, είναι ο φόβος δέσμευσης. Αν και ακουστό σαν φράση, τι είναι πραγματικά ο «φόβος δέσμευσης» και πως νιώθουν οι άνθρωποι που έρχονται αντιμέτωποι με μία τέτοια δυσκολία;
Αρχικά καλό θα ήταν να αποσαφηνιστεί ότι ένας τέτοιος φόβος δημιουργείται κατά κύριο λόγο σταδιακά στα χρόνια της ζωής μας χωρίς να το καταλάβουμε, γι’ αυτό και η δυσκολία στο να τον συνειδητοποιήσει κάποιος, και μετέπειτα να καταφέρει να φτάσει στην πηγή του για να τον επεξεργαστεί, είναι μεγάλη. Ένα άτομο που δυσκολεύεται να αναπτύξει και να μείνει σταθερό σε έναν συναισθηματικό δεσμό, είτε αυτός αφορά το οικογενειακό πλαίσιο, είτε το φιλικό ή το ερωτικό, δεν είναι πάντα η συνηθισμένη εικόνα ενός ανθρώπου που είτε μένει αρκετό καιρό απομονωμένος είτε κάνει αρκετές επιφανειακές και βραχύχρονες σχέσεις. Κάποιες φορές μπορεί να πάρει και άλλες μορφές, όπως για παράδειγμα ενός ατόμου, που παρότι προσπαθεί να πραγματοποιήσει υγιείς καταστάσεις σχέσεων στη ζωή του, για κάποιο λόγο που δεν μπορεί να εξηγήσει αλλάζει συμπεριφορά και έχει αισθήματα ανησυχίας είτε ένα διάχυτο άγχος είτε και αποστασιοποιείται χωρίς να το καταλαβαίνει. Τα παραδείγματα είναι αρκετά γιατί ο κάθε άνθρωπος το βιώνει αλλιώς, όμως οι σκέψεις και τα συναισθήματα που ίσως του γεννιούνται είναι λίγο ή πολύ κοινά. Σκέψεις όπως «τι πάει στραβά με εμένα;», «γιατί δεν μπορώ να κάνω μία κανονική σχέση» που μπορεί να έρχονται παρέα με ένα αίσθημα απογοήτευσης και απελπισίας ή επίσης και φόβου με σκέψεις όπως «δεν πρέπει να δεθώ», «αν έρθω πολύ κοντά θα γίνει κάτι κακό». Με τέτοιες σκέψεις και συναισθήματα λοιπόν ένα άτομο μπορεί να περάσει σε μία στάση άμυνας και αυτή δεν είναι άλλη από το να «τηρεί τις αποστάσεις ασφαλείας».
Παρόλα αυτά, γιατί κάποιος να φοβάται να πλησιάσει ένα άλλο άτομο; Τι θα μπορούσε να είναι τόσο επικίνδυνο στη συσχέτισή του με έναν άλλον άνθρωπο; Αν το δούμε από μία οπτική πλευρά, όταν ένα άτομο έχει βιώματα όπου οι κοντινές σχέσεις ήταν συνδυασμένες με καταστάσεις που του προκαλούσαν πόνο και συναισθηματική δυσφορία τότε είναι λογικό ο συναισθηματικός δεσμός να μεταφράζεται ως κίνδυνος. Για να προστατευτούμε από τον πόνο λοιπόν προσπαθούμε να διδάξουμε στον εαυτό μας μαθήματα όπως «αν έρθω κοντά θα πονέσω, θα δυσκολευτώ, θα νιώσω άσχημα», «οι σχέσεις έχουν τον κίνδυνο της δυσφορίας, άρα είναι κακές και επομένως τις αποφεύγουμε», «αν έρθω πολύ κοντά θα πληγωθώ ή θα πληγώσω». Τέτοιες και πολλές ακόμα καταγραφές μπορεί να ακολουθούνται συχνά από διάφορα όπλα αυτοάμυνας όπως η αποστασιοποίηση, η συγκράτηση των συναισθημάτων, η αποφυγή συναισθηματικής επένδυσης και η μοναχικότητα. Αυτό όμως μακροπρόθεσμα έχει και ως αποτέλεσμα την συναισθηματική απομόνωση και αισθήματα μοναξιάς και απελπισίας.
Ωστόσο, εάν το άτομο καταφέρει και συνειδητοποιήσει ότι μία τέτοια κατάσταση είναι πιο επίπονη για το ίδιο από τον υποθετικό πόνο που προσπαθεί να αποφύγει θα μπορέσει να έρθει αντιμέτωπο με αυτόν και να προσφέρει στον εαυτό του την ευκαιρία να απολαύσει όλα αυτά που μπορεί να προσφέρει μία υγιής συναισθηματική σχέση, σε όποιον τομέα και αν πραγματοποιείται αυτή. Για να γίνει όμως αυτό θα ήταν καλό να δει τι κρύβεται ακόμα πιο βαθιά στον ίδιο αυτόν τον φόβο και να συμφιλιωθεί με την ύπαρξή του. Να αξιολογήσει πόσο ισχύουν στα αλήθεια σκέψεις όπως «δεν θα αντέξω τον πόνο», «δεν είμαι ικανός να το αντιμετωπίσω» και άλλες παρόμοιες που θολώνουν την πραγματικότητα πως η πιθανότητα του πόνου, αν και υπαρκτή, δεν αναιρεί το ότι το άτομο μπορεί να τον αντέξει και να επιβιώσει και πως το να πονέσει κάποιος είτε λίγο είτε πολύ δεν αναιρεί ούτε την αξία του ούτε την ελπίδα ότι θα ανακάμψει μετά από αυτόν. Για να καταγραφούν όμως νέες εντολές όπως «θα το αντέξω», «θα συνδεθώ και εάν γίνει κάτι άσχημο θα το αντιμετωπίσω τότε» και πως «οι σχέσεις είναι κάτι βοηθητικό και όχι επικίνδυνο» θέλει αρκετή δουλειά για να αντικαταστήσουν τις παλιές μας άμυνες και αυτή μπορεί να γίνει μόνο από τον καθένα ξεχωριστά. Αυτό όμως είναι και το ενδιαφέρον κομμάτι, γιατί είναι πιο πρακτικό να φτιάχνουμε τα δικά μας όπλα αυτοάμυνας ώστε να τα προσαρμόζουμε στο βάρος μας. Άλλωστε μία πεποίθηση όπως «μπορώ να το αντέξω ότι κι αν συμβεί» είναι πιο ελαφριά από μία ασπίδα και πιο εύκολη στη μεταφορά της από έναν τοίχο.
Ερασμία Μώρου-Σμυρνάκη
MSc Clinical and Community Psychology
Συνθετική Ψυχοθεραπεία