Ο τρόπος που δημιουργούμε σχέσεις και οι συναισθηματικοί δεσμοί που αναπτύσσουμε μέσα σε αυτές νιώθουμε πως γίνονται τελείως αυτόματα και σπάνια καταλαβαίνουμε πως είμαστε μέσα στη σχέση. Παρατηρούμε ότι οι άνθρωποι γύρω μας μπορεί να αντιδρούν διαφορετικά στις σχέσεις τους, με κάποιους να μοιάζουν απόμακροι και ψυχροί ή και άλλους να μοιάζουν ανασφαλείς και αμφιθυμικοί. Οι παράγοντες που καθορίζουν το πως βιώνουμε οι ίδιοι έναν συναισθηματικό δεσμό έχουν εξηγηθεί από αρκετές θεωρίες ψυχολογίας. Μία από τις πιο γνωστές είναι η θεωρία της προσκόλλησης του John Bowlby, κατά την οποία το πόση στοργή και φροντίδα πήραμε στα αρχικά χρόνια από την μητέρα (ή φροντιστή) μας καθορίζει σημαντικά την συναισθηματική μας ανάπτυξη.
Πιο συγκεκριμένα, ο τύπος δεσμού σχηματίζεται από νωρίς όταν το μωρό αλληλεπιδρά με τη μητέρα ή φροντιστή στα πρώτα χρόνια της ζωής του. Μεγάλο ρόλο σε αυτό έχει η συναισθηματική κατάσταση και ανταπόκριση της μητέρας. Αναλόγως αν η μητέρα είναι ψυχρή ή θερμή, αν είναι συναισθηματικά παρούσα ή αν απέχει και άλλοι παράγοντες συμβάλουν στο να μάθει το μωρό να ανταποκρίνεται ανάλογα στον εκάστοτε τύπο δεσμού και ως αποτέλεσμα να χτίσει έναν «συναισθηματικό χάρτη» σαν οδηγό για την ενήλικη ζωή που θα τον μάθει πως να είναι μέσα στις σχέσεις του.
Ο χάρτης αυτός θα βοηθήσει να σχηματιστούν πεποιθήσεις για τον εαυτό του και τους άλλους. Δηλαδή, το πως θα είναι η συμπεριφορά σε σχέση με τους άλλους, το πόσο αισθάνεται το ίδιο ότι αξίζει να το αγαπούν και υπό τι όρους και το πόσο οι άλλοι είναι διαθέσιμοι και ικανοί να φροντίσουν και να υποστηρίξουν. Με τον τρόπο αυτό, εάν ένα μωρό έχει έναν θετικό οδηγό τότε περιμένει ως ενήλικος να τον αγαπήσουν οι γύρω του όπως αυτό συνέβαινε και όταν ήταν μωρό. Αντιθέτως όταν ο οδηγός αυτός μπορεί να έχει μια αρνητική μορφή, εάν οι φροντιστές/γονείς ήταν απόμακροι ή με ένταση συχνά ή αδιάφοροι ή και συχνά συναισθηματικά απόντες λόγω δικών τους προβλημάτων (ψυχικών, υγείας κλπ.), τότε είναι πιθανό να περιμένει πως δεν θα αγαπηθεί και να προχωρά σε άμυνες που οι ίδιες αποτρέπουν την υγιή σύνδεση με τους άλλους.
Έτσι, μαθαίνουμε τη σχέση και το πως να δεσμευόμαστε και τι να περιμένουμε από τους γύρω μας από πολύ νωρίς και καμιά φορά αυτό μας δυσχεραίνει στην ενήλικη καθημερινή μας ζωή χωρίς να μπορούμε να κατανοήσουμε την προέλευση. Το πως σχηματίζεται αυτό εξαρτάται από τον εκάστοτε τύπο δεσμού που έχει ο καθένας. Οι κατηγορίες που χωρίστηκαν από τους Bowlby, Ainsworth και Main κατέληξαν να είναι 4, ο ασφαλής τύπος δεσμού, ο αποφευκτικός, ο αμφιθυμικός και ο αποδιοργανωμένος.
Ο Ασφαλής τύπος δεσμού:
Σχηματίζεται όταν η μητέρα είναι ένθερμη και συναισθηματικά διαθέσιμη και ανταποκρίνεται με στοργικότητα στη φροντίδα του μωρού της με αποτέλεσμα το μωρό να αισθάνεται ασφάλεια στο ότι η μητέρα του διατηρεί υπό ρύθμιση τα συναισθήματά της και έτσι εκφράζει ελεύθερα και τα αρνητικά και τα θετικά του συναισθήματα χωρίς να χρειάζεται να αναπτύξει άμυνες για να διαχειριστεί πιθανόν δυσάρεστα για αυτό συναισθήματα (πχ της απόρριψης).
Έτσι χτίζεται ένας ασφαλής τύπος δεσμού που ακολουθεί το μωρό στην ενήλική του ζωή βοηθώντας το να γίνει ένας ενήλικος με αυτοπεποίθηση και αισιόδοξη στάση προς τον εαυτό του και τους άλλους που νιώθει ασφαλής να συνάψει σχέσεις εγγύτητας, διατηρώντας ταυτόχρονα και την ανεξαρτησία και τη συντροφικότητα στις σχέσεις του. Ο «οδηγός» του επιτρέπει τις θετικές πεποιθήσεις και για τον ίδιο και για τους άλλους με αποτέλεσμα να αναζητά να έχει σχέσεις που βασίζονται στην εμπιστοσύνη και του προσφέρουν ασφάλεια, χωρίς να φοβάται την απόρριψη ή την αποτυχία, και να δεσμεύεται μακροχρόνια και ουσιαστικά σε αυτές.
Ο Αποφευκτικός τύπος δεσμού
Διακρίνεται από τη μητέρα να φαίνεται θυμωμένη, ιδιαίτερα με το μωρό της, και ανίκανη να μπορεί να αντέξει τη δυσφορία του με αποτέλεσμα τα μωρά να ενεργοποιούν έναν μηχανισμό άμυνας για να παραμείνουν δίπλα της και να μην βιώσουν την απόρριψή της. Μπορεί να είναι συχνά το συναίσθημα ότι δεν το αντέχει να κλαίει και να δυσφορεί να καταλάβει και να ανταποκριθεί στις ανάγκες του και στο κάλεσμά του. Εφόσον το μωρό εκλαμβάνει τη στάση αυτή της μητέρας μαθαίνει με τη σειρά του να καταπνίγει τα συναισθήματά του, απενεργοποιώντας το φυσιολογικό σύστημα συναισθηματικής προσκόλλησης με τη μητέρα και σταματώντας να αναζητά τη βοήθειά της. Ένα μωρό με αποφευκτικό τύπο δεσμού μπορεί να μοιάζει αδιάφορο στην επιστροφή της μητέρας και να την αποφεύγει.
Σαν ενήλικος μετέπειτα έχει λάβει έναν αρνητικό οδηγό για τις σχέσεις του με τους άλλους και μαθαίνει να είναι πιο εσωστρεφής. Έχει την εικόνα ενός ατόμου που μοιάζει ανεξάρτητος και αποστασιοποιημένος. Δυσκολεύεται να εμπιστευτεί τους άλλους και αποφεύγει τις στενές σχέσεις γιατί του προκαλούν άγχος. Τα συναισθήματά του καταπιέζονται και μπλοκάρονται (σαν κατάλοιπο άμυνας για να μην πάει στον γονιό για παρηγοριά και απορριφθεί) και παρουσιάζεται κλειστός και με ελάχιστη κοινωνική επαφή. Στις κοντινές του σχέσεις κυριεύουν τα αρνητικά συναισθήματα ως απόρροια της δυσκολίας του με την εγγύτητα.
Ο Αμφιθυμικός τύπος δεσμού
Διακατέχεται, όπως φαίνεται και από την ετοιμολογία του από μία αμφιθυμία. Οι μητέρες/φροντιστές μωρών με αμφιθυμικό τύπο φαίνεται να ανταποκρίνονται στη φροντίδα και το κάλεσμα του μωρού αλλά όχι με συνέπεια, δημιουργώντας έτσι ένα χάσμα εμπιστοσύνης μεταξύ τους αφήνοντάς το έτσι σε μία συνεχή ανησυχία. Το μωρό με τη σειρά του μπορεί να απαντήσει σε αυτή την ασυνέπεια με την ανησυχία του να φαίνεται σε εναλλαγές της συμπεριφοράς του στην παρουσία της. Για παράδειγμα μπορεί όταν φεύγει και γυρνάει το μωρό να αισθάνεται θυμωμένο μαζί της αλλά να προσπαθεί να γατζωθεί από πάνω της ενώ τη διώχνει ή την χτυπάει.
Σαν ενήλικες, τα άτομα με τον τύπο αυτό παρουσιάζονται να έχουν χαμηλή αυτοπεποίθηση και να δυσκολεύονται στις σχέσεις τους. Δυσκολεύονται να εμπιστευτούν τους γύρω τους και μπορεί να αισθάνονται και ανεπιθύμητοι. Εστιάζουν αρκετά στα αρνητικά συναισθήματα και υπερβάλλουν στην έκφρασή τους. Στις σχέσεις τους αισθάνονται την ανάγκη για έλεγχο και φοβούνται αρκετά την εγκατάλειψη. Συνεπώς είναι συχνά τα αισθήματα ζήλιας και η ανάγκη για κυριαρχία στη σχέση και αποζητά τη δέσμευση του συντρόφου, αμφιβάλλοντας όμως για αυτήν ταυτόχρονα. Παρότι έχει ανάγκη από τη δέσμευση προσπαθεί με υπερβολικό τρόπο να την εξασφαλίσει, έχοντας μάθει από τα αρχικά του χρόνια ότι για να κερδίσει τον γονέα πρέπει να προσπαθήσει υπερβολικά.
Ο Αποδιοργανωμένος τύπος δεσμού
Είναι από τους 4 αυτός που συναντάμε πιο συχνά σε άτομα με ψυχοπαθολογία. Από τις πιο δύσκολες περιπτώσεις συναντάται σε οικογένειες με κακοποίηση ή παραμέληση. Η μητέρα/φροντιστής αντί να είναι πηγή ασφάλειας για το παιδί παρουσιάζεται ως πηγή φόβου, κακοποιώντας ή αμελώντας το παιδί. Μητέρες παιδιών με αυτόν τον τύπο μπορεί να πάσχουν από κάποια ψυχική ασθένεια, εθισμό σε ουσίες, να ήταν η ίδια θύμα κακοποίησης ή να υπάρχουν άλλα ζητήματα που δυσχεραίνουν την κατάσταση. Τα μωρά με αυτόν τον τύπο διακρίνονται να είναι πλήρως αποκομμένα και παγωμένα ή υπερβολικά αγχωμένα. Αυτό μπορούμε να το κατανοήσουμε αν σκεφτούμε ότι το μωρό αντιμετωπίζει ένα παράδοξο μήνυμα, το ότι «η μητέρα μου θα μου παρέχει ασφάλεια και κίνδυνο μαζί», κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την απόσχιση του συναισθήματος ή και του ψυχισμού.
Σαν ενήλικες έρχονται αντιμέτωποι με σοβαρές δυσκολίες καθώς έχουν διαστρεβλωμένη εικόνα για τον εαυτό τους και χαμηλή αυτοεκτίμηση, προβλήματα με ψυχικές διαταραχές και διαταραχές προσωπικότητας και δυσκολία να συγκεντρωθούν ενώ παράλληλα είναι συνεχώς σε εγρήγορση.
Από τους τύπους αυτούς είναι λογικό να μην μπορούμε να επιλέξουμε τον τύπο που θα ανήκουμε εξ αρχής στη ζωή μας, διότι δεν εξαρτάται καθαρά από εμάς, υπάρχουν όμως πράγματα που μπορούμε να κάνουμε στη μετέπειτα ζωή μας ως ενήλικες για να έρθουμε πιο κοντά στις υγιείς σχέσης που βασίζονται στην ασφάλεια. Έρευνες έχουν δείξει πως σημαντικότερο από το πως δημιουργήθηκαν οι δεσμοί μας και πως σχηματίστηκαν με τον γονέα είναι να κατανοήσει το άτομο το τί του συνέβη, να το επεξεργαστεί και να αναπτύξει νέα εργαλεία στο πως σχετίζεται εντάσσοντας με υγιή τρόπο το παρελθόν του στο παρόν του. Επιπλέον, στην πορεία της ζωής μας είναι δυνατόν να έχουμε αναπτύξει με άλλα πρόσωπα ασφαλείς τύπου δεσμού ώστε να μπορέσουμε να πάρουμε ένα σημείο αναφοράς για το πως να συνάψουμε υγιείς σχέσεις. Οι γονείς/φροντιστές μας για τους δικούς τους λόγους μπόρεσαν να μας βοηθήσουν να συνάψουμε τους εκάστοτε τύπους δεσμού, όμως ως ενήλικες μπορούμε να το αποδεχτούμε και να δουλέψουμε με τον εαυτό μας και έναν ειδικό για να μας βοηθήσει να μάθουμε κι άλλη γλώσσα στο πως συνδεόμαστε, ώστε να κάνουμε πιο υγιείς σχέσεις που στοχεύουν στην ευτυχία και ευεξία μας. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να μάθουμε τα σημεία του εαυτού μας που μας δυσκολεύουν ή μας βοηθούν στις σχέσεις μας και να δώσουμε έμφαση να τα μάθουμε καλύτερα και να τα επεξεργαστούμε ανάλογα ώστε να μας είναι βοηθητικά.
Ερασμία Μώρου-Σμυρνάκη
MSc Clinical and Community Psychology
Συνθετική Ψυχοθεραπεία